Στην Ελλάδα, η πληθυσμιακή κατανομή στην περιοχή του Έβρου έχει αλλάξει. Πριν από 30 χρόνια, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της περιοχής κατοικούσε στα χωριά. Τώρα έχουν διογκωθεί πληθυσμιακά τα αστικά κέντρα της Αλεξανδρούπολης, της Ορεστιάδας και του Διδυμότειχου, ενώ τα χωριά έχουν σχεδόν ερημώσει.
Οι κάτοικοι προτιμούν να κατοικούν σε αστικά κέντρα της περιοχής και πηγαίνουν στα χωράφια τους για να τα καλλιεργήσουν. Η βελτίωση του οδικού δικτύου επιτρέπει μετακινήσεις σε μεγάλες αποστάσεις, κάτι που πριν από λίγα χρόνια θεωρούνταν απαγορευτικό λόγω της ταλαιπωρίας και του χρόνου που απαιτούνταν.
Το ίδιο συμβαίναι και στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Οι κάτοικοι έχουν συγκεντρωθεί εντός των μεγαλύτερων αστικών συγκροτημάτων.
Έτσι, έχουμε τα χωριά να είναι στάσιμα σε ό,τι αφορά την επέκταση και την ανοικοδόμηση, ενώ οι πόλεις επεκτείνονται σε πλάτος και ύψος.
Από στρατιωτικής πλευράς, τα αραιοκατοικημένα χωριά παρέχουν μεγαλύτερη δυνατότητα οχύρωσης, σε περίοδο κρίσης, καλά πεδία παρατήρησης και βολής στην περίμετρό τους και με τον τρόπο αυτό μπορούν να αποτελέσουν κέντρα αντίστασης.
Τα αστικά κέντρα, που προαναφέρθηκαν, μπορούν να αποτελέσουν από μόνα τους αμυντικές περιοχές με κέντρα εγκλωβισμού του αντιπάλου, με ζώνες καταστροφής εφόσον προ- σπαθήσει κανείς να εισέλθει σε αυτά, να συμβάλλουν στη συγκέντρωση εφοδίων, πυρομαχικών και να αποτελέσουν κέντρα διοικητικής μέριμνας (λογιστικής υποστήριξης) ενώ μπορούν να συγκεντρώσουν και να συντηρήσουν κατοίκους των χωριών της περιοχής, οι οποίοι θα μετακινηθούν προς τα εκεί για λόγους ασφάλειας.
Η παλαιά αντίληψη της άμυνας, που διαμορφώθηκε την εποχή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δεν χρησιμοποιούσε τους κατοικημένους τόπους. Ήταν περισσότερο γραμμική και δεν ενδιαφερόταν για το βάθος της τοποθεσίας.
Με την πάροδο του χρόνου έγινε αντιληπτό ότι δεν πρέπει να βλέπουμε μόνο τη μία διάσταση, και άρχισε η χρησιμοποίηση των περιοχών στο βάθος της αμυντικής περιοχής, συμπεριλαμβανομένων και των κατοικημένων περιοχών. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.
Οι κάτοικοι των ορεινών χωριών έχουν «κατεβεί» στα παράλια και έχει ενισχυθεί σημαντικά η ανοικοδόμηση της παράκτιας περιοχής. Σε πολλές περιπτώσεις, έχει διακοπεί η επικοινωνία των παραλίων με το εσωτερικό και έχουν κατασκευαστεί ξενοδοχειακά συγκροτήματα ή πολυτελείς κατοικίες με κατασκευές ισχυρές και υψηλούς φράκτες.
Η ορατότητα έχει εμποδιστεί και από τις δυο κατευθύνσεις. Ο αμυνόμενος διευκολύνεται από τις κατασκευές στην παραλία, με την προϋπόθεση ότι από τον καιρό της ειρήνης έχει μελετήσει τον τρόπο χρήσης τους ώστε να μην εγκλωβιστεί αλλά να έχει καλή οπτική παρατήρηση, πεδία βολής και προστασία από τις μεγαλύτερης αντοχής κατασκευές. Θα μπορούσε κάποιος να προβληματιστεί όσον αφορά το για ποιο λόγο στρατεύματα προσπαθούν να καταλάβουν πόλεις, αφού αυτό τους δημιουργεί μεγάλες δυσκολίες και θα έπρεπε να τις αποφεύγουν και να κινούνται μακριά τους.
Οι λόγοι είναι απλοί: είτε δεν μπορούν να τις παρακάμψουν είτε αυτές αποτελούν ζωτικό χώρο με κέντρα διακυβέρνησης- διοίκησης, οικονομικούς και πολιτικούς στόχους, οι οποίοι τους αναγκάζουν να μπουν στο «στόμα του λύκου».
Οι μάχες στα χωριά του Ν. Λιβάνου ή όταν τα λάθη πληρώνονται (Ιούλιος 2006)
Η Χεζμπολάχ στο Νότιο Λίβανο θέλησε να παρασύρει τον ισραηλινό Στρατό σε επιθέσεις σε καλά οργανωμένες τοποθεσίες, σε κατοικημένους τόπους, να τον αναγκάσει να διεισδύσει βαθιά στον Λίβανο, για να αδυνατίσουν οι γραμμές του, να διασπαρούν οι δυνάμεις του σε πολλά μέτωπα και μάχες και να τον υποχρεώσει σε σύρραξη παρόμοια με αυτή που διεξάγουν οι Αμερικανοί στο Ιράκ. Έτσι, υπολόγισαν ότι θα τον υποχρέωναν σε έναν αγώνα σε κατοικημένους τόπους, που δεν θα μπορούσε να αντέξει, λόγω των πολλών απωλειών ενώ παράλληλα θα προσβάλλονταν οι πόλεις του από τις ρουκέτες που είχαν καλά κρυφτεί. Για να πετύχει τα παραπάνω, η Χεζμπολάχ οργάνωσε τους κατοικημένους τόπους με υποδειγματικό τρόπο. Αυτή τη φορά με τη χρήση σύγχρονων αντιαρματικών και με επικαλυπτόμενους τομείς βολής των διαφόρων όπλων. Η περίπτωση του Νότιου Λιβάνου δεν μοιάζει με εκείνη της ακατοίκητης ερήμου του Σινά ούτε με εκείνη των υψωμάτων του Γκολάν. Τα οργανωμένα χωριά παρουσίαζαν μεταξύ τους δυνατότητες δημιουργίας ζωνών καταστροφής («kill zones»). Από παράδοση, οι Ισραηλινοί δεν εμπλέκονται σε κατοικημένες περιοχές όταν διεξάγουν τακτικές επιχειρήσεις όμως για χρόνια τώρα εκτελούν αστυνομικής μορφής επιχειρήσεις, κυνηγώντας με τα άρματα τους πιτσιρικάδες της Ιντιφάντα και τους Παλαιστίνιους αντάρτες. Η Χεζμπολάχ από τη μεριά της δεν έχει τα μέσα να εκτελέσει άμυνα σε ανοιχτό έδαφος ή να μετακινηθεί από πόλη σε πόλη. Ο αγώνας της προοριζόταν να είναι στατικός. Με αυτά τα δεδομένα, όλοι περίμεναν ότι οι Ισραηλινοί θα εκτελούσαν επιχειρήσεις με αερομεταφερόμενα τμήματα και αλεξιπτωτιστές, προκειμένου να αποκόψουν τον ανεφοδιασμό της Χεζμπολάχ και να απομονώσουν τον Νότιο Λίβανο καθώς και με άρματα και μηχανοκίνητα στον παραλιακό τομέα, παρακάμπτοντας τις οχυρωμένες κατοικημένες περιοχές, για να συνενωθούν με τις λοιπές δυνάμεις στον ποταμό Λιτάνι. Η ενέργεια αυτή θα απασχολούσε μικρό αριθμό δυνάμεων (περίπου μία μηχανοκίνητη ταξιαρχία με 50 άρματα και 100 τεθωρακισμένα οχήματα) γιατί δεν αναμενόταν εχθρική αντίδραση στον ποταμό Λιτάνι, από Βορρά.
Παράλληλα, άλλες δυνάμεις θα ακολουθούσαν και θα περικύκλωναν τις οργανωμένες τοποθεσίες, ενώ αυτές θα προσβάλλονταν από την Αεροπορία και τις ειδικές δυνάμεις.
Τα παραπάνω ήταν απλώς αναμενόμενα, με βάση τη στρατιωτική λογική και την παράδοση του Ισραήλ, που επιδίωξε στους προηγούμενους μεγάλους πολέμους («Έξι Ημερών» και Γιόμ Κιπούρ) την προσβολή του κέντρου βάρους («centre of gravity») και αποφάσεων του αντιπάλου και την παράλυσή του με καίριο χτύπημα. Αντίθετα, τίποτε από την παραδοσι- ακή τακτική δεν εφαρμόστηκε.
Πολλοί το αποδίδουν στην «αμερικανοποίηση» των ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων.
Από επιχειρησιακής πλευράς, επηρεάζουν τη μετακίνηση δυνάμεων από τα παράλια στο εσωτερικό του νησιού αλλά και κινήσεις αντεπίθεσης από το εσωτερικό στα παράλια.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ευχαριστούμε, το μήνυμα σας μεταφέρεται άμεσα στους διαχειριστές μας.