ΒΑΣΙΛΗΣ ΧΙΩΤΗΣ
Αυτή τη φορά η Νέα Δημοκρατία απέφυγε να... καληνυχτίσει για δεύτερη φορά τον κ. Κ. Μητσοτάκη. Αρχισε όμως να καλλιεργεί το έδαφος για την αποκοπή και του τελευταίου συνδέσμου που ενώνει τον πρώην πρωθυπουργό με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δηλαδή το αξίωμα του επιτίμου προέδρου που εξακολουθεί να κατέχει.
Το πρότεινε ήδη ο πρώην αντιπρόεδρος της ΝΔ κ. Ι. Βαρβιτσιώτης επικρίνοντας ταυτόχρονα τον κ. Μητσοτάκη για τη δεύτερη τηλεοπτική του συνέντευξη. Το υπαινίχθηκε και ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κόμματος κ. Κ. Μαρκόπουλος, τονίζοντας μάλιστα ότι δεν ήταν τυχαία η εμφάνιση του κ. Μητσοτάκη και του κ. Γ. Παπανδρέου την ίδια ημέρα. Και το υπονόησε και ο εκπρόσωπος της ΝΔ κ. Π. Παναγιωτόπουλος , αποφεύγοντας να απαντήσει χθες σε σχετική ερώτηση, παρατηρώντας μόνο ότι «ο κ. Μητσοτάκης λέει αυτά που θέλει να πει».
Παρ΄ ότι στη Ρηγίλλης δηλώνουν πως δεν πρόκειται να ασχοληθούν ξανά με τον κ. Μητσοτάκη, κορυφαία στελέχη της ΝΔ παρακολούθησαν με προσοχή τη συνέντευξή του προχθές το βράδυ στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ που ξεκίνησε αμέσως μετά το τέλος της διακαναλικής συνέντευξης του Πρωθυπουργού. Μάλιστα ορισμένοι υποστήριξαν ότι θα πρέπει να αξιοποιηθεί πολιτικά η στήριξη που έδωσε ο πρώην πρωθυπουργός στον κ. Παπανδρέου, αλλά ο κ. Αντ. Σαμαράς ήταν απόλυτος: «Κανένα σχόλιο».
Οι αναφορές του επιτίμου προέδρου όμως στα παρασκήνια των παραπομπών του 1989, και ιδιαίτερα η φράση του «χάρηκα όταν αθωώθηκε ο Ανδρέας Παπανδρέου» , προκάλεσαν την έκρηξη του κ. Βαρβιτσιώτη, ο οποίος με γραπτή του δήλωση υπογράμμισε: «Είναι προφανές ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν θυμάται ή επιλέγει να μη θυμάται ότι τον επισκέφθηκα, δύο φορές μάλιστα, για να του επισημάνω ότι θα ακολουθήσω όποια απόφαση λάβει η κυβέρνηση, πλην όμως θεωρώ ότι είναι πολιτικό λάθος η παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο. Ο κ. Μητσοτάκης υποστήριξε ακόμη ότι ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν ήταν αντίθετος με την παραπομπή.
Θα ήθελα να υπενθυμίσω στον κ. Μητσοτάκη ότι ο Κ. Καραμανλής ναι μεν ουδέποτε δημοσίως αναφέρθηκε στο θέμα αυτό, πλην όμως δεν προέβη σε καμία απολύτως διάψευση ότι ο ίδιος είχε διατυπώσει πως “τον τέως Πρωθυπουργό δεν τον στέλνεις φυλακή, τον στέλνει ο λαός σπίτι του”, άποψη που ευρέως κυκλοφορούσε στην κοινή γνώμη».
Σχολιάζοντας εξάλλου τις αναφορές του κ. Μητσοτάκη στον κ. Σαμαρά, ο κ. Βαρβιτσιώτης παρατήρησε: «Ο επίτιμος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας κ. Μητσοτάκης στη χθεσινή του συνέντευξη κατεφέρετο απ΄ αρχής μέχρι τέλους εναντίον της Νέας Δημοκρατίας, έφθασε μάλιστα να πει ότι η Νέα Δημοκρατία είναι ένα κόμμα χωρίς μέλλον.
Διερωτώμαι πώς όλα αυτά συμβιβάζονται με τον τίτλο του επιτίμου προέδρου τον οποίο φέρει. Μήπως θα έπρεπε να παραιτηθεί από τον τίτλο αυτόν;». «Δεν δέχομαι την κατηγορία για τον Μητσοτάκη ότι στηρίζει τον Παπανδρέου» τόνισε χθες η κυρία Ντόρα Μπακογιάννη σχολιάζοντας τις δηλώσεις του πατέρα της: «Ο Μητσοτάκης στηρίζει την πολιτική των μεταρρυθμίσεων, την οποία βαθύτατα πιστεύει ότι είναι αναγκαία».
Πηγή
Share
H Greenpeace πανηγυρίζει ότι νίκησε ... στον Αστακό
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Greenpeace είχε ταχθεί ενάντια στη μονάδα ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο LPG στον Αστακό από τις πρώτες κιόλας μέρες, αφότου ανακοινώθηκε η συνεργασία με το Κατάρ. Παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις κυβερνητικών στελεχών, η συγκεκριμένη μονάδα ήταν ρυπογόνος, επικίνδυνη για την ασφάλεια των κατοίκων και υπερτιμημένη ως προς τα κοινωνικά και οικονομικά οφέλη για την εθνική οικονομία και την τοπική κοινωνία.
Ευτυχώς τελικά το σχέδιο ναυάγησε.Προφανώς, μας ικανοποιεί μία τέτοια εξέλιξη. Η ικανοποίηση αυτή δεν μπορεί όμως παρά να αφήνει μία γλυκόπικρη γεύση, καθώς αποτυπώνει την πρόθεση της κυβέρνησης να:
o Κινηθεί στα όρια της αντισυνταγματικότητας σε μία σπασμωδική προσπάθεια να προσελκύσει επενδύσεις, δημιουργώντας έτσι ένα επικίνδυνο προηγούμενο.
o Ακυρώσει κάθε προσπάθεια και πρωτοβουλία που έχει πάρει μέχρι τώρα στο πλαίσιο της πράσινης ανάπτυξης.
o Υποθηκεύσει το μέλλον μίας ολόκληρης περιοχής (Ν. Αιτωλοακαρνανίας), στο όνομα της εξόδου από την οικονομική κρίση.
Η αρνητική αυτή εξέλιξη για την κυβέρνηση, έστω και έμμεσα, αφήνει ένα περιθώριο αισιοδοξίας ότι τελικά η Ελλάδα θα μπει σε μία πράσινη τροχιά ανάπτυξης. Η κυβέρνηση απέτυχε να υλοποιήσει μία επικίνδυνη επένδυση σε εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα, ίσως όμως έτσι αντιληφθεί ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η εξοικονόμηση ενέργειας είναι οι πραγματικά αποδοτικές επενδύσεις, πολύ απλά γιατί βάζουν τον Έλληνα πολίτη στον επίκεντρο της αναπτυξιακής προσπάθειας.