Τρίτη 6 Ιουλίου 2010
ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Περικλής,495-377π.Χ.
Ο Περικλής γεννήθηκε το 495 ή σύμφωνα με κάποιους άλλους το 490 π.Χ. Πατέρας του ήταν ο Ξάνθιππος, ένας πλούσιος Αθηναίος, καταγόμενος από το ιερατικό γένος των Βουζύγων. Ο Ξάνθιππος ήταν ένας από τους γενναίους στρατηγούς της Αθήνας και υπό την αρχηγία του οι Αθηναίοι νίκησαν τους Πέρσες στη Μυκάλη το 479 π.Χ. Μητέρα του Περικλή ήταν η Αγαρίστη, ανιψιά του Κλεισθένη, γνωστού ως θεμελιωτή της Αθηναϊκής δημοκρατίας.
Όπως συμβαίνει με κάθε μεγάλο άνδρα έτσι και η γέννηση του Περικλή συνοδεύεται από ένα μύθο. Λέγεται, λοιπόν, ότι η Αγαρίστη λίγες μέρες πριν τη γέννηση του Περικλή είδε ένα όνειρο.
Είδε πως αντί για παιδί απέκτησε ένα λιοντάρι. Ξύπνησε τρομαγμένη και διηγήθηκε το όνειρό της στον Ξάνθιππο και στις δούλες της, λέγοντας πως σίγουρα κάτι κακό επρόκειτο να συμβεί.
Μία από τις δούλες της, όμως, την καθησύχασε λέγοντας πως το όνειρο αυτό κάθε άλλο παρά κακό είναι. Προοιωνίζει τη γέννηση ενός μεγάλου άνδρα, περήφανου και δυνατού σα λιοντάρι, που θα είναι πρώτος ανάμεσα στους ανθρώπους. Λίγες μέρες μετά γεννήθηκε ο Περικλής.
Δημότης του Χολαργού, ανήκε στην Ακαμαντίδα φυλή και ήταν συγγενής με τους Αλκμεωνίδες. Η καταγωγή του ήταν αριστοκρατική και αυτό συνέβαλε στο να λάβει την καλύτερη δυνατή εκπαίδευση έχοντας δασκάλους του το Ζήνωνα τον Ελεάτη, τον Αναξαγόρα και το Δάμωνα στη μουσική. Οι δάσκαλοί του, ιδιαίτερα ο Αναξαγόρας τον απάλλαξαν από τις δεισιδαιμονίες του, του έμαθαν να αντιμετωπίζει τα φυσικά φαινόμενα ορθολογικά, να είναι αντικειμενικός με τις αντιξοότητες της ζωής, διεύρυναν το πνεύμα του και ανέπτυξαν την κρίση του.
Ο Περικλής ήταν έξυπνος, σεμνός, σοβαρός, ψύχραιμος, ευγενής. Για την τερατώδη ψυχραιμία του υπάρχει και μία σχετική ιστορία. Μια μέρα που ο Περικλής βρισκόταν στην αγορά, κάποιος άρχισε να τον βρίζει με πολύ άσχημο τρόπο. Ο Περικλής δεν του απάντησε αλλά αυτός τον ακολουθούσε και συνέχισε να τον βρίζει. Επιστρέφοντας ο Περικλής στο σπίτι, βράδυ πια, με τον υβριστή του να τον ακολουθεί κατά πόδας, ζήτησε από έναν υπηρέτη του να συνοδεύσει τον άνθρωπο αυτό μέχρι το σπίτι του, φωτίζοντάς του το δρόμο, γιατί καθώς ήταν σκοτάδι δε θα έβλεπε που πηγαίνει.
Αυτό, όμως που έκανε τον Περικλή ιδιαίτερα δημοφιλή στους Αθηναίους ήταν η ικανότητά του στη ρητορική. Ήταν ένας θαυμάσιος ρήτορας, μιλούσε με τέτοια ηρεμία και πειστικότητα, που το κοινό του αιχμαλωτίζονταν. Μπορούσε μέσω του λόγου του να απλοποιήσει δύσκολες φιλοσοφικές έννοιες και να τις κάνει προσιτές στον κάθε έναν από τους ακροατές του. Χάρη σ’ αυτήν του τη ρητορική δεινότητα και την ηρεμία του οι Αθηναίοι τον ονόμασαν Ολύμπιο.
Λέγεται ότι κάποτε, ο βασιλιάς της Σπάρτης ρώτησε το Θουκυδίδη, τον πολιτικό αντίπαλο του Περικλή, αν έχει παλέψει ποτέ μαζί του και ποιος ήταν ο νικητής αυτής της διαμάχης. Ο Θουκυδίδης απάντησε ότι ουδέποτε σκέφτηκε να παλέψει με τον Περικλή γιατί ήταν βέβαιος πως νικητής θα ήταν ο Περικλής. Ο βασιλιάς της Σπάρτης συμπέρανε ότι ο Περικλής πρέπει να είναι πολύ δυνατός. Τότε ο Θουκυδίδης του διευκρίνισε ότι ο Περικλής δεν είναι δυνατός στο σώμα αλλά στα λόγια. «Θα με νικήσει με το στόμα του! Έστω κι αν το νικήσω, θα καταφέρει να πείσει τους θεατές ότι με νίκησε εκείνος!»
Για πρώτη φορά ασχολήθηκε με το Κοινά το 472 π.Χ., όταν εμφανίστηκε ως χορηγός της τριλογίας του Αισχύλου από την οποία διασώθηκε η τραγωδία "Πέρσες". Αν και αριστοκρατικής καταγωγής, το 463 π.Χ. έλαβε ενεργό μέρος στην πολιτική ζωή με την παράταξη των δημοκρατικών, που αρχηγός τους τότε ήταν ο Εφιάλτης, ένας τίμιος πολιτικός που πίστευε ότι οι αγαθοεργίες θα ανακούφιζαν τους Αθηναίους. Ο Περικλής με την παράταξη των δημοκρατικών κατηγόρησε τον ολιγαρχικό Κίμωνα για την εμπλοκή των Αθηναίων στον τρίτο Μεσσηνιακό Πόλεμο (464 π.Χ.), ως φίλο των Σπαρτιατών και εχθρό του λαού. Το αποτέλεσμα ήταν να εξοριστεί ο Κίμωνας από την Αθήνα, και να επικρατήσουν οι δημοκρατικοί. Μετά από δύο χρόνια ο Εφιάλτης δολοφονήθηκε κι έτσι ο Περικλής έγινε ο νέος ηγέτης των δημοκρατικών. Πολύ γρήγορα έγινε δημοφιλής και από το 443 ως το 429 π.Χ. εκλέγονταν συνεχώς στο αξίωμα του στρατηγού.
Πέθανε το 429 π.Χ. θύμα κι αυτός του φοβερού λοιμού που έπληξε την Αθήνα.
Ο Περικλής ονομάζεται και δημιουργός του Χρυσού Αιώνα της Αθήνας που είναι γνωστός και ως Χρυσός Αιώνας του Περικλέους. Πολλοί το χαρακτηρίζουν ιδιοφυΐα.
Όταν ανέλαβε την ηγεσία της πόλης ασχολήθηκε κατ’ αρχήν με την εσωτερική πολιτική και πρότεινε μέτρα που θα ενίσχυσαν το δημοκρατικό πολίτευμα. Αφαίρεσε ένα μέρος του εξουσίας του Αρείου Πάγου, που θεωρούνταν όργανο των ολιγαρχικών και μετέφερε τις δικαιοδοσίες του στην Εκκλησία του Δήμου και στο δικαστήριο της Ηλιαίας.
Με κλήρο γινόταν και η επιλογή των αρχόντων, ώστε να έχουν πιθανότητα επιτυχίας όλοι οι πολίτες και όχι μόνο οι πλουσιότεροι και οι έχοντες τη μεγαλύτερη επιρροή.
Για να ενισχύσει τη συμμετοχή στα Κοινά και των ασθενέστερων οικονομικά τάξεων καθιέρωσε το θεσμό της «μισθοφορίας». Παραχώρησε δηλαδή μισθό στους δημόσιους άνδρες, όπως και στα μέλη των δικαστηρίων.
Με τις κινήσεις του αυτές ο Περικλής έδωσε πραγματικά μεγάλη δύναμη στους Αθηναίους πολίτες και έθεσε τα θεμέλια της δημοκρατίας. Αυτό που ουσιαστικά πέτυχε είναι να ασχολούνται με τα Κοινά οι πραγματικά ικανοί πολίτες και όχι οι επίδοξοι λαοπλάνοι. Ο Περικλής ήταν έντιμος, μεθοδικός, δεν κολάκευε τα πλήθη και γνώριζε με ποιον τρόπο να ελέγξει τη δύναμη των Αθηναίων πολιτών προς το κοινό όφελος. Αυτή την ικανότητα δεν είχαν οι διάδοχοί του και πολλοί από αυτούς εκμεταλλεύτηκαν τη δύναμη της Εκκλησίας του Δήμου με αποτέλεσμα το πολίτευμα να είναι κατ’ επίφαση δημοκρατικό.
Σπουδαία ήταν και η κοινωνική πολιτική του Περικλή. Ως ηγέτης της Αθήνας προσπάθησε να βοηθήσει τους Αθηναίους που βρισκόταν σε δυσχερή οικονομική κατάσταση. Για το σκοπό αυτό επενέβη στο δημόσιο ταμείο της πόλης και τα χρήματα που περίσσευαν τα μοίρασε στις φτωχές οικογένειες.
Γνωστός είναι και ο νόμος του «Θεωρικά». Μέσω αυτού οι φτωχοί Αθηναίοι πολίτες είχαν το δικαίωμα να μπαίνουν δωρεάν στα θέατρα και να παρακολουθούν τις θεατρικές παραστάσεις. Η κίνησή του αυτή δείχνει την πίστη του στην τέχνη ως πραγματική ψυχαγωγία, δηλαδή αγωγή της ψυχής. Ως στοιχείο απαραίτητο για την εκπαίδευση και διαμόρφωση ολοκληρωμένων ανθρώπων, οι οποίοι να μπορούν να αντιλαμβάνονται την ομορφιά, που εξευγενίζει και προκαλεί την έκφραση των υψηλότερων συναισθημάτων.
Στις μεγάλες γιορτές της Αθήνας, όπως είναι τα Παναθήναια ή τα Διονύσια μοιράζονταν στους φτωχούς χρηματικά ποσά ώστε να μπορούν να συμμετέχουν και αυτοί στη γιορτή της πόλης.
Επίσης, εκμεταλλευόμενος την επιρροή της Αθήνας στις πόλεις της συμμαχίας της, αποφάσισε να μοιράσει στους ακτήμονες γη στα νησιά και στη Θράκη, αποκαθιστώντας τους. Γι’ αυτό λέγεται πως στην εποχή του Περικλή οι φτωχοί Αθηναίοι ήταν ελάχιστοι.
Στην εξωτερική του πολιτική ήταν αυστηρός. Τιμώρησε τις πόλεις που θέλησαν να εγκαταλείψουν την Αθηναϊκή Συμμαχία (Εύβοια – Σάμος), όπως κι εκείνες που ήταν εχθρικά προσκείμενες στην Αθήνα (παράλια Πελοποννήσου – Θράκη). Επίσης, εκστράτευσε εναντίον των βαρβάρων της περιοχής του Πόντου. Όσον αφορά στην άμυνα της πόλης ο Περικλής ολοκλήρωσε τα τείχη της Αθήνας και του Πειραιά.
Ο αιώνιος αντίπαλος των Αθηναίων, οι Σπαρτιάτες, βλέποντας τη δύναμη και την επιρροή της Αθήνας συνεχώς να αυξάνεται, εκστράτευσαν εναντίον τους το 457 π.Χ. Η μάχη έγινε στην Τανάγρα και παρά τις μεγάλες απώλειες, και από τις δύο πλευρές, οι Σπαρτιάτες κατάφεραν να νικήσουν. Η νίκη τους αυτή, όμως, δε διήρκεσε παρά μερικούς μήνες. Σε μια νέα μάχη που έγινε μεταξύ των δύο πόλεων οι Σπαρτιάτες έπαθαν πραγματική πανωλεθρία. Ο Περικλής εκμεταλλευόμενος αυτή του τη νίκη κατέκτησε την Αίγινα και νίκησε λίγο αργότερα και τους Μεγαρείς. Στη συνέχεια πρότεινε στους Σπαρτιάτες μια συνθήκη ειρήνης, διάρκειας 30 ετών κι εκείνοι την αποδέχτηκαν.
Οι επιτυχίες του Περικλή εντός και εκτός των τειχών, του εξασφάλισαν τη συνεχόμενη επανεκλογή του στην ηγεσία της πόλης. Έτσι, κατάφερε να μεταμορφώσει την Αθήνα με καλλιτεχνικά έργα τέτοια που ακόμη και σήμερα είναι γνωστά σε ολόκληρο τον κόσμο.
Αυτό που ήθελε ήταν να ανοικοδομήσει τους ναούς και τα ιερά που είχαν καταστραφεί από τους Πέρσες και κυρίως τον Παρθενώνα. Τη διεύθυνση για την κατασκευή των καλλιτεχνημάτων ανέθεσε στο Φειδία, υπό την επίβλεψη του οποίου χτίστηκε ο Παρθενώνας πάνω σε σχέδια του Ικτίνου και του Καλλικράτη, ενώ τα Προπύλαια της Ακρόπολής ήταν εργασία του Μνησικλή. Το πιο εντυπωσιακό άγαλμα του Παρθενώνα ήταν το χρυσελεφάντινο της Αθηνάς στον Παρθενώνα, έργο του Φειδία και το χάλκινο της προμάχου Αθηνάς μεταξύ των Προπυλαίων και του Παρθενώνα, που είχε τόσο μεγάλο ύψος ώστε λέγεται πως η αιχμή του δόρατος και το λοφίο του κράνους ήταν ορατά από το Σούνιο.
Έτσι η Αθήνα έγινε η πόλη του πνεύματος και της τέχνης. Πολλοί φιλόσοφοι από διάφορα μέρη της Ελλάδας θέλησαν να πάνε στην Αθήνα και να διδάξουν εκεί. Ρήτορες γοήτευαν το κοινό τους και αρχιτέκτονες κατασκεύαζαν θαυμάσια κτίρια. Καλλιτέχνες, γλύπτες και ζωγράφοι δημιούργησαν εργαστήρια. Συγγραφείς και ποιητές, του μεγέθους του Σοφοκλή και του Ευριπίδη έγραφαν τραγωδίες, καθώς το θέατρο ήταν η αγαπημένη ψυχαγωγία όλων.
Όσον αφορά στην τέχνη, λέγεται πως μεγάλη ήταν η συνεισφορά και της γυναίκας του Περικλή της Ασπασίας από τη Μίλητο η οποία εκτός της εξαίρετης ομορφιάς της διέθετε ένα σπινθηροβόλο πνεύμα και μια βαθιά καλλιτεχνική κατάρτιση.
Το τέλος του Χρυσού Αιώνα του Περικλή σήμανε ο Πελοποννησιακός πόλεμος. Την άνοιξη του 431 π.Χ. ο Αρχίδαμος, βασιλιάς της Σπάρτης έφτασε στην Αττική με μεγάλο στράτευμα, στο οποίο συμμετείχαν και συμμαχικές πόλεις. Το στράτευμα αυτό ουσιαστικά κατέστρεψε την Αττική, καθώς έκαιγε τα πάντα στο πέρασμά του. Δεν τόλμησε, όμως, να πλησιάσει την Αθήνα.
Ο Περικλής θεώρησε σωστό να μη δώσει μάχη με τους Σπαρτιάτες στη στεριά, καθώς ο στρατός τους ήταν καλύτερος αλλά να χτυπήσει τη Σπάρτη και τις σύμμαχες μ’ αυτήν πόλεις με το ναυτικό. Ο πόλεμος σιγά – σιγά γενικεύτηκε κι έγινε πανελλήνιος.
Ένα χρόνο μετά την κήρυξη του πολέμου έφτασαν στην Αθήνα τα οστά των πρώτων νεκρών. Τρεις μέρες διήρκεσε το προσκύνημα από τους Αθηναίους και την ημέρα της ταφής τον επικήδειο λόγο εκφώνησε ο ίδιος ο Περικλής. Ο λόγος αυτός διασώθηκε από το Θουκυδίδη και είναι γνωστός ως «Περικλέους Επιτάφιος». Ένα πραγματικό μνημείο όσον αφορά στην τέχνη του λόγου.
Κι ενώ τα τείχη της πόλης ήταν απόρθητα και οι Σπαρτιάτες δεν τόλμησαν να εισβάλλουν, χτύπησε την Αθήνα ο λοιμός, καθώς είχαν συνωστισθεί μέσα στα τείχη όλοι οι κάτοικοι της Αττικής. Ο θάνατος άρχισε να απλώνεται παντού. Ο ίδιος ο Περικλής έχασε την αδελφή του και τα δυο του παιδιά. Ιδιαίτερα ο θάνατος του γιου του Πάραλου το συγκλόνισε.
Οι Αθηναίοι αντιμετωπίζοντας το μακροχρόνιο πόλεμο και κυρίως τη φρίκη του λοιμού έριξαν τις ευθύνες στο Περικλή για τη σύγκρουση με τη Σπάρτη και για τις δοκιμασίες που αντιμετώπιζε η πόλη τους. Ο Περικλής εξουθενωμένος από τους θανάτους στην οικογένειά του και άρρωστος ο ίδιος για αρκετό καιρό, εμφανίστηκε στο δικαστήριο για να υπερασπιστεί τον εαυτό του και να πείσει τους δικαστές, πως η Σπάρτη ήταν εκείνη που ξεκίνησε τον πόλεμο. Το δικαστήριο τελικά τον αθώωσε, αλλά οι Αθηναίοι δεν τον εμπιστεύονταν πια και έτσι μετά από τριάντα χρόνια δεν τον εξέλεξαν Στρατηγό.
Όταν σταδιακά η κατάσταση άρχισε να βελτιώνεται οι Αθηναίοι εξέλεξαν εκ νέου τον Περικλή Στρατηγό και για να του εκφράσουν την ευγνωμοσύνη και την αγάπη τους έδωσαν στο γιο του, από την Ασπασία, πολιτικά δικαιώματα (για να έχει κάποιος πολιτικά δικαιώματα και να ονομάζεται Αθηναίος Πολίτης έπρεπε και οι δύο γονείς του να κατάγονται από την Αθήνα).
Ο Περικλής, όμως, σοβαρά άρρωστος, εξαιτίας της επιδημίας και ψυχικά ταλαιπωρημένος, εξαιτίας όσων είχε περάσει τα τελευταία χρόνια δεν άντεξε και πέθανε. Μαζί του πέθανε και ο Χρυσός Αιώνας της Αθήνας και ξεκίνησε η παρακμή της πόλης.
Share
Πηγή
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ευχαριστούμε, το μήνυμα σας μεταφέρεται άμεσα στους διαχειριστές μας.